
Τα μονοπάτια στο Χελμό και τα Καλάβρυτα
Στην ανατολική πλευρά του νομού Αχαΐας, στα σύνορα με τον νομό Κορινθίας, υψώνεται ο Χελμός. Ο μεγάλος και πολυδαίδαλος ορεινός όγκος του επάνω στις δασωμένες πλαγιές, αλλά και μέσα στις χαράδρες φιλοξενεί πολλά παραδοσιακά χωριά με έντονη τουριστική κίνηση.
Στην ανατολική πλευρά του βρίσκονται τα χωριά της Ζαρούχλας, πνιγμένα στη βλάστηση, ανάμεσα σε ρέματα και ποτάμια. Στα νότια, το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται με τα χωριά τα οποία βρίσκονται γύρω από την Κλειτρορία.
Ο Χελμός και η περιοχή των Καλαβρύτων
Το πλέον γνωστό, όμως, τμήμα του βουνού είναι το δυτικό, στο οποίο κυλά ο ποταμός Βουραϊκός. Στην αρχή της χαράδρας βρίσκονται τα Καλάβρυτα, κτισμένα σε ένα γραφικό οροπέδιο του βουνού. Η πλούσια πολιτισμική παράδοση της περιοχής με τα ονομαστά μοναστήρια της, η ύπαρξη του χιονοδρομικού κέντρου και το ωραίο φυσικό περιβάλλον έχουν κατακτήσει την περιοχή των Καλαβρύτων έναν αγαπητό τουριστικό προορισμό.
Η πλέον κλασική πεζοπορική διαδρομή – από τις πολλές της περιοχής – είναι η διαδρομή του Βουραϊακού, ο οποίος ακολουθώντας τις γραμμές του οδοντωτού ενώνει τα Καλάβρυτα με τον παραλιακό οικισμό του Διακοπτού.
Ο Χελμός, ο τόπος, η ιστορία
Το τρίτο σε ύψος βουνό της Πελοποννήσου, με 2.355μ. υψόμετρο – κατατάσσεται μετά τον Ταΰγετο (2.407μ.) και τη Ζήρια (2.375μ.) είναι το 15ο σε υψόμετρο απ’ όλα τα βουνά της Ελλάδας.
Ο Χελμός καταλαμβάνει την ανατολική πλευρά του νομού Αχαΐας, εκτεινόμενος από τα παράλια μέχρι και 30 χλμ. προς το εσωτερικό του νομού. Το βουνό ορίζεται από 3 ποτάμια – φαράγγια. Δυτικά τον Βουραϊκό, ανατολικά τον ποταμό Κράθι και νότια από τον ποταμό Αρροάνιο, που έχει τις πηγές του κάτω από το χωριό Πλανητέρο. Τα νοτιοανατολικά του όρια συνιστούν ένα ορεινό τείχος με τον νομό Κορινθίας και την πεδιάδα του Φενεού.
Το πολυδαίδαλο ανάγλυφό του δημιουργεί δύο μεγάλα πέταλα. Στο βόρειο πέταλο φωλιάζει το βουνό Μαρμάτι (1.795μ.), ενώ στο νότιο πέταλο το βουνό του Προφήτη Ηλία (1.493μ.). Η νοτιοδυτική απόληξη του βουνού είναι το βουνό της Ντουρντουβάνας (2.109μ.) το οποίο εξετάζεται ξεχωριστά. Δυτικά του Χελμού βρίσκονται τα βουνά Ρούσκιο (1.459μ.) και Σκεπαστό (1.588μ.).
Από το Διακοπτό στα Καλάβρυτα
Ο Χελμός, στα χαμηλότερα τμήματά του, είναι σκεπασμένος με μεσογειακούς θαμνώνες και πευκώνες ενώ ψηλότερα ξεκινούν τα ελατοδάση που φτάνουν μέχρι τα 1.700μ. όπου αρχίζει η αλπική ζώνη. Η πλούσια χλωρίδα του (πάνω από 1.000 είδη) με αρκετά ενδημικά είδη χαρακτηρίζει το βουνό.
Στον Χελμό, βρίσκονται δύο ονομαστά μοναστήρια του Μεγάλου Σπηλαίου και της Αγίας Λαύρας που είναι αναπόσπαστο συνδεδεμένα με την έκρηξη της Επανάστασης του ’21.
Στην ανατολική πλευρά του επάνω από το χωριό της Περιστέρας Βρίσκεται η Νεραϊδόραχη και ο καταράχτης της, ύψους 200μ., που καθιστούσε αθάνατο όποιον λουζόταν στα νερά της σύμφωνα με τον μύθο. Με τα ύδατα της Στυγός έχει ταυτισθεί και η αθανασία του Αχιλλέα. Στο σπήλαιο της Στυγός, κάτω από τη βάση του καταρράκτη, οι αρχαίοι είχαν τοποθετήσει μία από τις εισόδους του Άδη.
Τα χωριά στο Χελμό
Περιφερειακά του βουνού υπάρχουν αρκετά χωριά από τα οποία όσα βρίσκονται πάνω από το υψόμετρο των 1.000μ. λειτουργούν περισσότερο ως παραθεριστικοί οικισμοί.
Μετά τα παραλιακά χωριά, στη βόρεια πλευρά του Χελμού, βρίσκονται τα χωριά Άνω Διακοπτό (460μ.), Κάτω και Άνω Ποταμιά (900μ.) καθώς και ο οικισμός του Τσιβλού (780μ.). Ανατολικά, η Περιστέρα (1.060μ.), η Αγία Βαρβάρα (1.100μ.), το Μεσορρούγι (1.020μ.) και η Ζαρούχλα (1.020μ.). Νότια το Ελατόφυτο (1.200μ.), το Πλανητέρο (700μ.), οι Κάτω και Άνω Λουσοί (1.140μ.) όπως και τα δύο χωριά το Λαγοβούνι (850μ.) και ο Κάνδαλος (840μ.) σε μία τελευταία απόληξη του Χελμού. Δυτικά, βρίσκονται τα Καλάβρυτα (750μ.), το Σούβαρδο (1.200μ.), το Βραχνί (1.120μ.) όπως και η Ζαχλωρού (620μ.).
Η πεζοπορία στον Χελμό
Ο Χελμός προσφέρει σημαντική ποικιλία πεζοπορικών διαδρομών από τα χαμηλά κατάφυτα τμήματά του μέχρι τ’ αλπικά κτήματα γύρω από τις κορυφές του. Τα φαράγγια του Κράθι και του Βουραϊκού προσφέρονται για αναβάσεις προς το βουνό.
Τον Χελμό διασχίζει το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4, το οποίο ξεκινά από το Διακοπτό και, μέσω της χαράδρας του Βουραϊκού, φτάνει στα Καλάβρυτα. Από εκεί, συνεχίζει στους Κάτω Λούσους και φτάνει στο Πλανητέρο. Μία παράκαμψη από τους Άνω Λουσούς μέσω του καταφυγίου και του χωριού Ελατόφυτο καταλήγει πάλι στο Πλανητέρο.
Πέρα από το Ε4, στην ανατολική κυρίως πλευρά του νομού, έχει σηματοδοτηθεί δίκτυο μονοπατιών το οποίο εκτείνεται από τις κορυφές του Χελμού προς τη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, τον Τσιβλό, την Περιστέρα και την Ζαρούχλα προσφέροντας γοητευτικές ορεινές διαδρομές.
Στην Πελοπόννησο, το Ε4 φτάνει μέσω του Αγίου Νικολάου Φωκίδας στο Αίγιο απ’ όπου ακολουθώντας τις γραμμές του τρένου ή παράλληλους με αυτές δρόμους φτάνει στο Διακοπτό. Μία ασυνήθιστη και ενδιαφέρουσα διαδρομή, η οποία κινείται ανάμεσα στους οπωρώνες της περιοχής. Η μονή γραμμή το τρένου, τα παλαιά γεφύρια και τα κτίσματα των σιδηροδρομικών σταθμών του προηγούμενου αιώνα προσδίδουν στο τμήμα αυτό της διαδρομής ξεχωριστή γοητεία.
Η πεζοπορική διαδρομή από Διακοπτό – Κάτω Ζαχλωρού – Καλάβρυτα.
Η γοητευτική αυτή διαδρομή διασχίζει το φαράγγι του Βουραϊκού πάνω στις γραμμές του οδοντωτού, με αποτέλεσμα ο ορειβάτης, μην ανησυχώντας για την πορεία του, να έχει όλο τον χρόνο να θαυμάσει το εξαίσιο τοπίο της περιοχής, με τον Βουραϊκό να κατηφορίζει αφρίζοντας μέσα στο φαράγγι. Η διαδρομή διαρκεί 5 ώρες μέχρι τη Ζαχλωρού και άλλες 4 ώρες μέχρι τα Καλάβρυτα. Η καλύτερη λύση είναι να διανυκτερεύσει κάποιος στη Ζαχλωρού, όπου θ’ απολαύσει την ηρεμία του τοπίου θ’ απολαύσει την ημέρα του τοπίου και , αφού ξεκουραστεί, θα μπορέσει να επισκεφτεί το Μέγα Σπήλαιο και την επομένη να ολοκληρώσει τη διαδρομή μέχρι τα Καλάβρυτα.
Η διαδρομή ξεκινά από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό του Διακοποτύ που είναι γνωστός για τον οδοντωτό του σιδηρόδρομο, τον επονομαζόμενο ‘’Μουτζούρη’’. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1889 επί πρωθυπουργίας Χαρίλαου Τρικούπη. Ύστερα από 6 χρόνια, εγκαινιάστηκε το έργο που είχε αναλάβει μια γαλλική εταιρεία με πείρα σε παρόμοιες κατασκευές στις Άλπεις. Το φιλόδοξο για την εποχή του έργο προγραμματιζόταν να συνεχίσει τη διαδρομή του κόστους – από 1 εκατομμύριο χρυσές δραχμές έφτασε στα 4 εκατομμύρια δρχ. – ματαίωσε οιαδήποτε διάθεση για τη συνέχισή του.
Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Γερμανοί κατέστρεψαν τις γραμμές και αχρήστευσαν τον οδοντωτό. Μετά την απελευθέρωση, το έργο αποκαταστάθηκε και η ατμομηχανή αντικαταστάθηκε με πετρελαιοκίνητη. Από τότε, λειτουργεί μέχρι σήμερα χρησιμεύοντας ουσιαστικά για τουριστικούς σκοπούς.
Η διαδρομή μέσα στο φαράγγι κορυφώνεται στη θέση ‘’Πόρτες’’, όπου παγιδευμένος ο Βουραϊκός κυλά αφρίζοντας. Οι ΄΄Πόρτες’’ ήταν πράγματι σιδερένιες πόρτες που υπάρχουν μέχρι σήμερα και το βράδυ έκλειναν για να μην μπορούν οι κάτοικοι των χωριών να χρησιμοποιούν πεζοπορώντας τη γραμμή του τρένου και ν’ αποφεύγουν το εισιτήριο.
Δεκατρία πέτρινα τούνελ και μερικές εγκαταλελειμμένες στάσεις και κτίσματα θα περάσει κάποιος μέχρι να φτάσει στη Ζαχλωρού, κάνοντας ακόμη πιο γοητευτική τη διαδρομή.
Πρώτος σταθμός, ύστερα από 5 ώρες, είναι η γραφική Ζαχλωρού που είναι πνιγμένη στο πράσινο, σε ένα ειδυλλιακό τοπίο όπου ακούγονται μόνο τα κελαηδίσματα των πουλιών, τα θροΐσματα των δένδρων και το βουητό του ποταμού.
Από τη Ζαχλωρού στο Μέγα Σπήλαιο
Από τη Ζαχλωρού ένα ανηφορικό μονοπάτι οδηγεί στο Μέγα Σπήλαιο που είναι κτισμένο σε μία κοιλότητα ενός απόκρημνου βράχου. Το επιβλητικό κτίσμα δημιουργεί δέος στον προσκυνητή ο οποίος αντικρίζει το μεγαλοπρεπές μοναστήρι. Η εικόνα της Παναγίας θεωρείται έργο του Ευαγγελιστή Λουκά.
Συνεχίζοντας στις γραμμές ύστερα από 4 ώρες σε ένα τοπίο όχι τόσο εντυπωσιακό, όπως αυτό του Βουραϊκού, αλλά εξίσου όμορφο φτάνει ο πεζοπόρος στα Καλάβρυτα, όπου και το τέλος της διαδρομής. Η πόλη των Καλαβρύτων είναι, κατά πάσαν πιθανότητα, κτισμένη επάνω στην αρχαία Κύναιθα η οποία καταστράφηκε από τους Αιτωλούς αλλά μέχρι σήμερα η θέση της δεν έχει εντοπιστεί με ακρίβεια.
Τα Καλάβρυτα υπάρχουν από τον Μεσαίωνα και εκείνη την περίοδο (1208) κτίστηκε από τους Φράγκους και ειδικότερα από τον Οθωνα ντε Τουρνέ το κάστρο της Ωριάς στο ύψωμα ανατολικά της σημερινής πόλης.
Ύστερα από 120 Χρόνια, το 1328, το κατέλαβαν οι Βυζαντινοί εντάσσοντας την περιοχή στην επικράτεια του Δεσποτάτου του Μυστρά. Από εκείνη την εποχή σώζεται μέσα στην πόλη των Καλαβρύτων κτίσμα γνωστό ως Παλάτι της Παλαιολογίνας, το οποίο μάλλον υπήρξε μεταγενέστερο κτίσμα κτισμένο επάνω σε παλαιότερο μεσαιωνικό.
Στην επανάσταση του 1821
Τα Καλάβρυτα πρωτοστάτησαν στην εξέγερση του ’21 με αποτέλεσμα να καούν δύο φορές από τις ορδές του Ιμπραήμ – το 1826 και το 1827.
Το τραγικότερο κτύπημα, όμως, στα Καλάβρυτα ήρθε στις 13 Δεκεμβρίου του 1943, όταν οι Γερμανοί εκτέλεσαν όλους τους άνδρες του χωριού και πυρπόλησαν το δημοτικό σχολείο όπου είχαν κλείσει τα γυναικόπαιδα. Το μνημείο στην άκρη του χωριού θυμίζει την απίστευτη αυτή τραγωδία.
Τα Καλάβρυτα, όμως, κατόρθωσαν να επιβιώσουν και να συνεχίσουν την παρουσία τους δημιουργώντας τη γραφική κωμόπολη την οποία απολαμβάνουν σήμερα χιλιάδες επισκεπτών σε όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Τέσσερα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης βρίσκεται η μονή της Αγίας Λαύρας η οποία έχει συνδεθεί με τον Αγώνα του ’21, καθώς στο καθολικό του μοναστηριού κηρύχθηκε η επανάσταση στη βόρεια Πελοπόννησο, ταυτόχρονα με την έναρξη των εχθροπραξιών στην Αρεόπολη και την Καλαμάτα.
Εξοπλισμός Εποχή που Χρόνου
Δεν χρειάζεται κάποιος ιδιαίτερος εξοπλισμός. Καλύτερη λύση είναι να πραγματοποιήσετε τη διαδρομή σε δύο ημέρες και να διανυκτερεύσετε στη Ζαχλωρού. Με αφορμή τη διανυκτέρευσή σας, μπορείτε να συνδυάσετε και την επίσκεψη στο Μεγάλο Σπηλαίο, ακολουθώντας το μονοπάτι που ενώνει τη μονή με το χωριό της Ζαχλωρού. Καλύτερη εποχή είναι η άνοιξη και το φθινόπωρο, καθώς σας προσφέρεται η δυνατότητα ακόμη και για ένα μπάνιο στα νερά του Βουραϊκού.
- 1008 Προβολές